Η παγκόσμια οικονομική κρίση ανέδειξε με εντυπωσιακό τρόπο τη δημοσιονομική εκτροπή της χώρας μας. Με συνοπτικές διαδικασίες η Ελλάδα μέσα σε λίγους μήνες εξοστρακίστηκε από τις αγορές κεφαλαίων και επέλεξε ως εναλλακτική λύση το δανεισμό από το Δ.Ν.Τ. και τις χώρες μέλη της Ευρωζώνης.
* Του Θανάση Ζεκεντέ
Οι όροι του δανεισμού είναι ευνοϊκοί για τις περισσότερες από τις δανείστριες χώρες, καθώς δανείζονται φθηνότερα από τις αγορές, ακόμη και με 3% ορισμένες χώρες, και στη συνέχεια δανείζουν στην Ελλάδα τα ίδια χρήματα με 5%. Δηλαδή οι σύμμαχοι και φίλοι μας κερδίζουν από τη σωτηρία της χώρας μας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η κυβέρνηση θα μπορούσε να διαπραγματευτεί την εξίσωση των δυο επιτοκίων με την προσθήκη ενός μικρού premium. Τότε θα μιλάγαμε για βοήθεια, διαφορετικά οι χώρες της Ευρωζώνης κερδίζουν 1 δις ευρώ ετησίως από πανωτόκια σε βάρος των ελλήνων φορολογουμένων που πιέζονται από τα σκληρά μέτρα του μνημονίου.
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι το μεγαλύτερο στην Ευρωζώνη φτάνοντας το 2010 το 143% του ΑΕΠ έναντι 119% της Ιταλίας, 97% του Βελγίου, 96% της Ιρλανδίας και 93% της Πορτογαλίας που ακολουθούν. Το χρέος αυτό είναι τόσο μεγάλο που πλέον δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμο καθώς έχει αναπτύξει τη δική του δυναμική και αυξάνει εξαιτίας του ύψους των τοκοχρεωλυτικών δόσεων. Το μεγαλύτερο τμήμα του δανείου που λαμβάνουμε από Δ.Ν.Τ. και Ε.Ε. πηγαίνει στην εξόφληση των προηγούμενων δανείων από τις κεφαλαιαγορές.
Η ελληνική κυβέρνηση δηλώνει προς κάθε κατεύθυνση πως θα ξεπληρώσει το σύνολο των δανείων της χώρας μας που ξεπερνούν τα 350 δις ευρώ. Προς το παρόν και με δεδομένο πως η χώρα έχει δημοσιονομικό έλλειμμα, δεν μειώνουμε το χρέος αλλά συνεχίζουμε να το αυξάνουμε μεταφέροντας σταδιακά το χρέος μας από τράπεζες, αμοιβαία κεφάλαια και ασφαλιστικά ταμεία, στο Δ.Ν.Τ., τις χώρες της Ευρωζώνης και την Ε.Κ.Τ. Δηλαδή μεταφέρουμε το χρέος μας από ιδιώτες σε χώρες και οργανισμούς, πράγμα το οποίο θέτει σε άλλη βάση τις υποχρεώσεις της χώρας, καθώς είναι διαφορετικό να χρωστά μια χώρα σε ιδιώτες και διαφορετικό να χρωστά σε χώρες και οργανισμούς.
Σήμερα υπάρχει πληθώρα προτάσεων για τον τρόπο αντιμετώπισης του χρέους της χώρας καθώς τα οικονομικά μέτρα που εφαρμόστηκαν στο πλαισίου του μνημονίου δεν βοήθησαν τη χώρα να αποκαταστήσει την εικόνα της στις αγορές.
Ωστόσο για να βρεθεί η λύση θα πρέπει να υπάρξει απολογισμός και να απαντηθεί στον ελληνικό λαό πως και γιατί φτάσαμε ως εδώ. Η πρώτη απάντηση στο ερώτημα αυτό ήρθε από τον Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Θεόδωρο Πάγκαλο, οποίος με τη γνωστή του φράση «μαζί τα φάγαμε» ισχυρίζεται πως το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι αποτέλεσμα του πελατειακού κράτους πολιτικών και πολιτών που αναπτύχθηκε στη μεταπολίτευση, διορίζοντας αφειδώς στο δημόσιο, μειώνοντας τα όρια συνταξιοδότησης και θεσπίζοντας μια σειρά από προνόμια και επιδόματα.
Η προσέγγιση αυτή, αν και έχει βάση, δεν αρκεί για να εξηγηθεί η σημερινή κατάσταση καθώς παραβλέπει το γεγονός πως την ευθύνη των αποφάσεων για διορισμούς, συνταξιοδοτήσεις και επιδόματα την έχει η βουλή και όχι οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι. Οι πολίτες πάντα επιθυμούν το καλύτερο για τους ίδιους, αλλά είναι ευθύνη των κυβερνώντων να ενημερώνουν σωστά τους πολίτες για την οικονομική κατάσταση της χώρας και τις δυνατότητες της να συντηρεί δημοσίους υπαλλήλους, να εφαρμόζει προγράμματα εθελούσιας εξόδου και να δίνει επιδόματα.
Φράσεις όπως «λεφτά υπάρχουν» δεν συμβάλουν στη σωστή ενημέρωση των πολιτών και δικαιολογούν την αγανάκτηση τους. Επίσης το «μαζί τα φάγαμε» δεν συνεπάγεται πως «φάγαμε όλοι το ίδιο» ούτε πως «φταίμε όλοι το ίδιο». Κάποιοι «έφαγαν» πολλά και κάποια ελάχιστα, κάποιοι αποφάσισαν «να φάμε με δανεικά», ενώ σήμερα καλούνται να πληρώσουν όλοι, ακόμη κι αυτοί που «έφαγαν» ελάχιστα ή δεν επέλεξαν «να τα φάμε».
Οι έλληνες την τελευταία 10ετία πέτυχαν πραγματικές αυξήσεις 40%, όταν στη Γερμανία αυτές δεν ξεπέρασαν το 17%. Για αυτό δημιουργήθηκαν ενοχικά σύνδρομα στους έλληνες, οι οποίοι κατηγορήθηκαν ως υπεύθυνοι για τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών. Αυτή είναι η μισή αλήθεια, η άλλη μισή είναι πως οι έλληνες εξακολουθούν να είναι φθηνότεροι ως εργαζόμενοι σε σχέση με του Γερμανούς και την ίδια περίοδο σε όρους εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή υπήρξαν αυξήσεις 40% των τιμών στην Ελλάδα και 18% στη Γερμανία. Δηλαδή οι πραγματικές αυξήσεις των ελλήνων απορροφήθηκαν από τις πραγματικές αυξήσεις του γενικού επιπέδου των τιμών.
Στην Ισλανδία οι πρωταίτιοι της χρεοκοπίας της χώρας οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη. Στην Ελλάδα μέχρι σήμερα κανένας πολιτικός δεν έχει καταδικαστεί για την οικονομική κατάσταση της χώρας, με εξαίρεση κάποιους παροπλισμένους πολιτικούς που δέχθηκαν ποινές «χάδια», παρά τα δεκάδες σκάνδαλα που συντάραξαν την κοινή γνώμη.
Η Ελλάδα από το 1974, δηλαδή 37 συναπτά έτη, έχει δημοσιονομικό έλλειμμα. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Ricardo θα έπρεπε να ισχύει η Ρικαρδιανή ισοδυναμία, δηλαδή οι πολίτες θα αντιλαμβάνονταν πως η θετική επίδραση που θα προκύψει στην κατανάλωση από το υψηλότερο εισόδημα, λόγω του δημοσιονομικού ελλείμματος, θα είναι ισοδύναμη με την αρνητική επίδραση που θα προκύψει από το χαμηλότερο προσδοκώμενο (μελλοντικό) εισόδημα, λόγω της αύξησης των μελλοντικών φόρων για την αποπληρωμή του χρέους. Μακροχρόνια, όλες οι δημόσιες δαπάνες πρέπει να χρηματοδοτηθούν μέσω φόρων.
Επομένως, αν δεν αλλάξουν οι τρέχουσες και οι σχεδιαζόμενες δημόσιες δαπάνες, ο περιορισμός των φόρων μπορεί να επηρεάσει το χρόνο της φορολόγησης, όχι όμως το τελικό βάρος που φέρουν οι καταναλωτές. Ωστόσο, η ρικαρδιανή ισοδυναμία δεν είχε εφαρμογή στην περίπτωση της Ελλάδας καθώς ποτέ οι έλληνες πολιτικοί δεν ενημέρωσαν τους ψηφοφόρους για τις μελλοντικές αυξήσεις των φόρων για να αποπληρωθεί το χρέος. Σήμερα φτάσαμε στο σημείο που πρέπει σύμφωνα με τη Ρικαρδιανή ισοδυναμία να ξεπληρωθούν τα συσσωρευμένα χρέη 37 ετών δημοσιονομικού ελλείμματος, χωρίς ωστόσο τα ελληνικά νοικοκυριά να έχουν αποταμιεύσει επαρκώς, αντίθετα βρίσκονται εκτεθειμένα σε υψηλό δανεισμό για καταναλωτικές και στεγαστικές ανάγκες.
Ο λαός δεν οφείλει να έχει οικονομικές γνώσεις, αλλά πρέπει να ενημερώνεται σωστά από υπεύθυνες πολιτικές ηγεσίες για να λαμβάνει αποφάσεις. Είναι πλέον προφανές ότι η χώρα δεν είχε υπεύθυνες πολιτικές ηγεσίες, αντίθετα είχε ανεύθυνες πολιτικές ηγεσίες που ενδιαφέρθηκαν κυρίως για την επανεκλογή τους μεταφέροντας το πρόβλημα του χρέους στους επόμενους και παραδίδοντας ύστερα από μια σκυταλοδρομία 9 μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων στη σημερινή κυβέρνηση την ωρολογιακή βόμβα του δημόσιου χρέους.
Οι έλληνες πολιτικοί απέκρυψαν την αλήθεια από τον ελληνικό λαό και την απέκρυψαν και από τους Ευρωπαίους προκειμένου να μπούμε στην Ευρωζώνη, αλλά και μέχρι πρόσφατα. Αξίζει να θυμηθούμε τα «χαλκευμένα» στοιχεία που έστελνε η Εθνική Στατική Υπηρεσία στην Eurostat επί των ημερών της κυβέρνησης Καραμανλή. Ή μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι. Υπάρχουν πλέον βάσιμες υποψίες πως οι Ευρωπαίοι ήξεραν και το 2001 και το 2009 πως τα ελληνικά στατιστικά στοιχεία ήταν κίβδηλα. Οι ενστάσεις τους ξεπεράστηκαν με την προμήθεια πανάκριβων οπλικών συστημάτων από τη Γερμανία και τη Γαλλία, αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το δημόσιο χρέος της χώρας. Άρα, είναι πλέον πολύ πιθανό και οι Ευρωπαίοι να ήξεραν την πραγματική δημοσιονομική κατάσταση αλλά να ολιγώρησαν προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα.
Η Ελλάδα σχεδόν ολόκληρη τη δεκαετία του 2000 δεν εφάρμοσε τους όρους του Μάαστριχτ για δημοσιονομικό έλλειμμα 3% του ΑΕΠ και μείωση του χρέους στο 60% του ΑΕΠ παρά το ότι μέχρι το 2008 είχε υψηλή ανάπτυξη. Η Ε.Ε. δεν πίεσε ποτέ τη χώρα να λάβει οικονομικά μέτρα και η επιτήρηση στην οποία η χώρα μπήκε εκ του αποτελέσματος δεν ήταν πραγματική. Αν τότε είχαν ληφθεί μέτρα δεν θα είχαμε φτάσει σήμερα στο σημείο που βρισκόμαστε, στο σημείο της πλήρους δημοσιονομικής ανυποληψίας.
Η Ελλάδα από την ημέρα ένταξης της στο Ευρώ δανείζονταν από τις κεφαλαιαγορές με spread σε σχέση με τη Γερμανία ή άλλες βόρειες χώρες. Δηλαδή δανείζονταν με υψηλότερο επιτόκιο αν και δανείζονταν σε ευρώ. Τα spread του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου ξεπέρασαν το 1% το 2008 ενώ σήμερα υπερβαίνουν το 13%. Η διαφορά αυτή οφείλεται στο ρίσκο που αναλαμβάνουν οι δανειστές της χώρας μας, δανείζοντας μια χώρα με υψηλό έλλειμμα και χρέος σε όλη τη δεκαετία του 2000. Άρα, επέλεξαν να μας δανείσουν απολαμβάνοντας υψηλότερα επιτόκια επιδιώκοντας υψηλότερη απόδοση κεφαλαίων. Η σχέση κινδύνου - απόδοσης είναι θετική. Επέλεξαν να δανείσουν μια χώρα υψηλού κινδύνου απολαμβάνοντας υψηλότερα επιτόκια όλα αυτά τα χρόνια και σήμερα διαμαρτύρονται πως κινδυνεύουν να χάσουν τα λεφτά τους. Βέβαια στην πράξη, και μέχρι σήμερα, οι ιδιώτες δεν χάνουν τα λεφτά τους καθώς τα ομόλογα τους αποπληρώνονται κανονικά και η Ελλάδα πλέον εξαρτάται όχι από ιδιώτες αλλά από χώρες και οργανισμούς.
Συνοψίζοντας φαίνεται πως αν και οι έλληνες ευνοήθηκαν από τη συσσώρευση του δημόσιου χρέους, απολαμβάνοντας ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο, καλούνται σήμερα να πληρώσουν το σύνολο του χωρίς να έχουν την αποκλειστική ευθύνη για αυτό. Οι πολιτικοί που δεν ενημέρωσαν σωστά το λαό, εξηγώντας πως τα ελλείμματα συνεπάγονται πλεονάσματα και φόρους στο μέλλον, οι ευρωπαίοι που ήξεραν αλλά προτίμησαν να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα, αλλά και οι δανειστές μας που επέλεξαν να δανείσουν μια χρεωμένη χώρα με υψηλά επιτόκια, μέχρι σήμερα «βγαίνουν αλώβητοι και καθαροί» από το ελληνικό δράμα. Ο λαός κάνει θυσίες και έλληνες πολιτικοί, Ε.Ε. και δανειστές δημιουργούν σύνδρομα ενοχής στον ελληνικό λαό.
Η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει για το χρέος της, αλλά στο μέτρο που της αναλογεί. Οι έλληνες πολιτικοί οφείλουν να κάνουν αυτοκριτική και να ανοίξουν το «κλειστό επάγγελμα» της πολιτικής ώστε να ανανεωθεί και να απεγκλωβιστεί από την οικογενειοκρατία, τη διαπλοκή και τη διαφθορά. Η Ε.Ε. θα πρέπει να συμβάλει στη διάσωση της χώρας όχι μέσω της χορήγησης δανείων με κέρδος, αλλά να δείξει την αλληλεγγύη της μέσω της έκδοσης Ευρωομολόγων. Στην ίδια κατεύθυνση η Ε.Κ.Τ. θα μπορούσε να αξιοποιήσει το εκδοτικό της προνόμιο ώστε να μειωθεί το υψηλό δημόσιο χρέος όλων των χωρών της Ευρωζώνης (ακόμη και η Γερμανία έφτασε το 2010 σε χρέος 83% επί του ΑΕΠ της), πράγμα το οποίο κάνει από την αρχή της κρίσης η FED στις Η.Π.Α. Το ισχυρό ευρώ δεν εξασφαλίζει την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Τέλος οι ιδιώτες δανειστές θα πρέπει να αναλάβουν κι αυτοί ένα μέρος του χρέους της χώρας μέσω αναδιάρθρωσης, καθώς ήδη γι’ αυτό έχουν ευεργετηθεί με υψηλά επιτόκια εδώ και πολλά χρόνια.
Το ελληνικό χρέος σήμερα εξυπηρετείται στις πλάτες αυτών που έφταιξαν λιγότερο για τη δημιουργία του. Το βάρος του όμως είναι τόσο μεγάλο που οι πλάτες του ελληνικού λαού δεν αρκούν για να αποπληρωθεί.
Θανάσης Ζεκεντές
Οικονομολόγος MSc
Αν η Ελλάδα προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους της, σε δύο-τρία χρόνα, οι δανειστές μας χάνουν ή όχι μέρος των χρημάτων τους;
ΑπάντησηΔιαγραφή(Μεταξύ αυτών και οι εταίροι μας;)
Θεωρέις λογικό το σενάριο πως έχει συμφωνηθεί να γίνει αναδιάρθρωση όταν το χρέος ή μέρος αυτού περάσει από τις τράπεζες και τους επενδυτές στα χέρια των ΔΝΤ και ΕΕ και των εταίρων μας φυσικά;
(ώστε να είναι ελεγχόμενη και να μη γίνει μεγάλη ζημιά στις αγορές);
Φήλιξ Εξ
Σε 2-3 χρόνια πάνω από το μισό μας χρέος θα είναι σε χώρες της Ευρωζώνης, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Άρα, όταν το 2013 η Ελλάδα ενταχθεί στο μόνιμο μηχανισμό διάσωσης και γίνει υποχρεωτική αναδιάρθρωση, όπως έχει δηλώσει η Γερμανική πλευρά, τότε οι ιδιώτες θα χάσουν λιγότερα σε σχέση με το αν γίνονταν σήμερα η αναδιάρθρωση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε τον τρόπο που εξηγώ στο άρθρο μου θεωρώ ότι όλοι πρέπει να συμβάλουν στην επίλυση του προβλήματος σε αναλογία με τις ευθύνες που είχαν για να φτάσει στο σημερινό σημείο η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας μας. Η άποψη πως το χρέος πρέπει να το πληρώσουν 100% τα ελληνική νοικοκυριά είναι άδικη. Κατά την προσωπική μου άποψη, έλληνες πολιτικοί, Ε.Ε. και ιδιώτες δανειστές έχουν ευθύνες για τους λόγους που αναλύω. Άρα, ο καθένας θα πρέπει να αναλάβει μέρος της ευθύνης και του κόστους για το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας μας.
Θανάσης Ζεκεντές