Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Η τελευταία ευκαιρία

Διανύουμε τον Μάρτιο του 2012, έναν μήνα κρίσιμο για την έκβαση του δημοσιονομικού προγράμματος σταθερότητας, όπως το έχουνε βαφτίσει οι λάτρεις του «μνημονιακού» δόγματος. 

Διανύουμε επίσης έναν μήνα στον οποίο σημειώνονται σημαντικές πολιτικές ανακατατάξεις. Έναν μήνα στο μέσο του οποίου δόθηκε ανεπίσημα, αλλά κατ’ ουσία, το εναρκτήριο λάκτισμα του πιο δύσκολου προεκλογικού αγώνα των τελευταίων δεκαετιών. Δύσκολο για τους διεκδικητές της ψήφου των δοκιμαζόμενων πολιτών , αλλά και για τους ίδιους τους πολίτες που θα κληθούν να ασκήσουν το - όντως – αναφαίρετο δικαίωμα τους.    

Το ισχύον πολιτικό σύστημα αν και αναδιοργανώνεται , είτε εμφανίζοντας νέες τάσεις, είτε οργανώνοντας νέους πολιτικούς σχηματισμούς, είτε αναδεικνύοντας νέους επικεφαλείς, παραμένει στην πραγματικότητα ισχύον. Παραμένει ισχύον γιατί αποτελείται από τα ίδια φθαρμένα υλικά. Παραμένει ισχύον διότι υιοθετεί τις ίδιες νοοτροπίες που μας οδήγησαν στο τέλμα του σήμερα, προσκολλημένο στις πολιτικάντηκα χειριστικές αντιλήψεις και πρακτικές που κυριαρχούσαν όλη την διάρκεια της πολιτικής ζωής του τόπου. Οι μεν διατυπώνοντας μία παθητικού χαρακτήρα επιχειρηματολογία - έως και - πειθήνιας ευθυγράμμισης με τις οδηγίες των αγορών και των οίκων τους που έχουν ως πρόσχημα την εθνική διάσωση και οι δε, αρθρώνοντας έναν επιπόλαιο, ιδιοτελή, μικροκομματικό και μη ρεαλιστικό λόγο. Και οι δύο πλευρές διαβάζοντας κυριολεκτικά από μέσα, ένα ιδιότυπο «ευαγγέλιο» που αναλώνεται στην υπαγόρευση εκβιαστικών διλλημάτων στην κοινή γνώμη, λες και ζητούμενο αυτή την εποχή είναι η τοποθέτηση του κόσμου μέσα στα ψευδεπίγραφα «χαρακώματα» που έχουν δημιουργήσει οι θιασώτες του μνημονίου και αντίστοιχα οι πολέμιοι του και όχι η ολοκληρωτική μεταρρύθμιση. 
Σε αυτόν τον τόπο η έννοια «μεταρρύθμιση» και η εφαρμογή της φαντάζει πιο επιβεβλημένη και πιο αναγκαία από ποτέ. Όμως πως αντιλαμβάνεται το ισχύον πολιτικό σύστημα και οι εκπρόσωποι του την έννοια αυτή ; Μήπως ακούσια – ή εκούσια - την έχουν μπερδέψει με την «απορρύθμιση»;
Στη χώρα μας, πολλοί ομνύουν στη μεταρρύθμιση. Άλλοτε την επικαλούνται ως ένα αφηρημένο πολιτικό σχέδιο που κάποτε και κάπου τους ήρθε στο μυαλό ως αναλαμπή, άλλοτε ως πρόσχημα ή δικαιολογία, άλλοτε ως διαπιστευτήριο. Διαχρονικά υπήρξαν ιστορικές περίοδοι που αυτός ο τόπος κατόρθωσε να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις - ως έναν βαθμό - συμμαχώντας με στρώματα που συνήθως ευνοούνταν από αυτές, αλλά και που ταυτόχρονα έθεταν όρους οι οποίοι υπονόμευαν τα συμφέροντα κάποιων άλλων και στις περισσότερες περιπτώσεις των πλειοψηφιών. 

Σήμερα όλοι πρέπει να αντιληφθούν πως οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι πρόσκληση σε κάποιο gala με υψηλούς προσκεκλημένους, κουστουμαρισμένους συνδαιτυμόνες της εγχώριας και μη διαπλοκής και δεν μπορεί να είναι για όλους ευχάριστες. Κάποτε στο όνομα αυτών πρέπει να δυσαρεστηθούν και κάποιοι άλλοι και όχι αυτοί που το κάνουν συνήθως. Είναι λογικό και επόμενο οι μεταρρυθμίσεις αυτές, να αντανακλούν μεταβολές στο συσχετισμό δυνάμεων ανάμεσα σε κοινωνικές ομάδες που έχουν συσσωρεύσει σε ένα βάθος χρόνου υπερβολικά προνόμια και έχουν δημιουργήσει ταυτόχρονα αγκυλώσεις σε τέτοιο βαθμό, που από τη μια μεριά αποτελούν και τροχοπέδη για υγιείς κοινωνικές ομάδες που αναζητούν διαχρονικά, μετ’ επιτάσεως διέξοδο και ζωτικό χώρο σε δρόμους προοπτικής, ευημερίας και πραγματικής ανάπτυξης και που τις σπρώχνουν ακόμη περισσότερο στον «Καιάδα» του περιθωρίου, της φτώχειας , της ανέχειας και της αναξιοπρεπούς διαβίωσης.

Όταν δε, μάλιστα, οι δυνάμεις της αδράνειας, της στασιμότητας και της εκμετάλλευσης έχουν προσεταιριστεί σημαντικά τμήματα του πολιτικού και του μιντιακού συστήματος, η αντίσταση στις μεταρρυθμίσεις παίρνει διαστάσεις εμπόλεμης διαμάχης. Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται και η ευθύνη όλων ημών, η ευθύνη της σιωπηλής ή όχι, κοινής γνώμης που πρέπει κάποια στιγμή με στεντόρεια φωνή να εκφραστεί. Προτού όμως εκφραστεί πρέπει να διενεργήσει μία ενδελεχή κοινωνικοπολιτική έρευνα με ξεκάθαρο πολιτικό σκεπτικό και ας πρέπει να το πράξει μέσα σε ένα θολό τοπίο πλήρους αποιδεολογικοποίησης και ρευστοποίησης των βασικών αρχών των φορέων υλοποίησης πολιτικής σκέψης. 

Σίγουρα, ζούμε σε περίεργες εποχές. Εποχές που το σύνολο της κοινωνίας νιώθει προδομένο από τους ανθρώπους που η ίδια έστειλε να προασπίσει τα κεκτημένα της. Καιρούς που δεν προσφέρονται για νηφάλιες ιδεολογικές ή πολιτικές αντιπαραθέσεις. Όλα είναι πολύ «λερωμένα», όλα είναι δομημένα πολύ «άναρχα», για να τοποθετηθούν σ' ένα καθαρό πλάνο. Αλλά σ' αυτές τις εποχές η κοινωνία έχει ιστορικό χρέος να αναζητήσει το καινούργιο και το πρωτοποριακό. Σε πρόσωπα άφθαρτα και προσωπικότητες με σαφές ηθικό πλεονέκτημα και ρηξικέλευθη πολιτική σκέψη, που θα έχουν «περπατήσει» την καθημερινότητα μέσα στους χώρους – πραγματικής - εργασίας, στους χώρους που γίνεται με γυμνό μάτι ορατή η δυσχέρεια των ανθρώπων, στους χώρους των ατόφιων κοινωνικών «ζυμώσεων». Δεν επιτρέπεται σήμερα να υποτιμάται τόσο προσβλητικά η νοημοσύνη όλων, με το να παροτρύνουν ορισμένα κέντρα – για τους δικούς τους μύχιους σκοπούς - τον καθένα, να «καταπίνει» εντελώς αμάσητα την άποψη, πως στις ημέρες μας, απουσιάζουν οι χαρισματικοί άνθρωποι που ενδεχομένως να εξελίσσονταν σε ωφέλιμους πολιτικούς , χωρίς να δίνει ούτε καν την τελευταία ευκαιρία που όλοι χρειάζονται. 

Εδώ όμως είναι το σημείο που το πολιτικό σύστημα πρέπει να θέσει σε λειτουργία, τα – όπως και να το κάνουμε – «σκουριασμένα» αντανακλαστικά του. Να απαλλαγεί από τον ιδιότυπο «αυτισμό» που το διακατέχει και να ενεργοποιήσει αμέσως το σύνολο των αισθήσεων του. Πρέπει - επιτέλους – να αρθεί στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων και να καταλάβει πως η ελληνική κοινωνία που υποφέρει δεν «ξύνει» απλά τον πάτο του βαρελιού της εξαθλίωσης, αλλά έχει γίνει ένα με αυτόν. Είναι η χρονική στιγμή που πρέπει να αντιληφθεί ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν επιβάλλονται από πάνω προς τα κάτω, αλλά με την συναίνεση των «κάτω» προς τα επάνω. Επιπροσθέτως οι πολιτικές δυνάμεις που έως και σήμερα ψευδεπίγραφα αυτοπροσδιορίζονται ως μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, οφείλουν να «μεταρρυθμιστούν» οι ίδιες εν τοις πράγμασι και να επεξεργαστούν ένα καθαρό πολιτικό σχέδιο συγκεκριμένων μεταρρυθμιστικών επιλογών, το οποίο θα έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση την επένδυση σε ένα νέο πολιτικό δυναμικό. 

Σε νέους ανθρώπους. Σε νέους πολιτικούς, πολιτικούς όχι τυχοδιώκτες της στιγμής, όχι εκβιαστές που ανάλογα με την πολιτική συγκυρία κάνουν την εμφάνιση τους. Σε ανθρώπους αμέτοχους στα αμαρτήματα του παρελθόντος, οι οποίοι επιθυμούν να ενισχύσουν την πληγωμένη από τις επιβαλλόμενες πολιτικές, κοινοβουλευτική Δημοκρατία, όχι να την εκμεταλλευτούν, ή ακόμη χειρότερα να τη βιάσουν. Στους ανθρώπους που οφείλει να δώσει την ευκαιρία για να διεκδικήσει με την σειρά του την τελευταία – αν υπάρχει πια – ευκαιρία της λαϊκής ετυμηγορίας. 

Θοδωρής Π. Δημόπουλος 
Κοινωνικός Λειτουργός με εξειδίκευση στην Ειδική Αγωγή 
dimopoulostheo@yahoo.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε γράφετε τα σχόλια σας με ελληνικούς χαρακτήρες (κεφαλαία ή μικρά). Επίσης παρακαλούμε πολύ να μην γράφετε υβριστικά σχόλια. Πάντα υπάρχει τρόπος να περιγράψετε μία κακή κατάσταση χωρίς ύβρεις.

Σχόλια με λατινικούς ή άλλους χαρακτήρες, όπως επίσης σχόλια υβριστικά και συκοφαντικά στο εξής θα διαγράφονται.

Παρακαλούμε λοιπόν τους φίλους αναγνώστες:

ΟΧΙ SPAM,
ΟΧΙ GREEKLISH,
ΟΧΙ ΠΡΟΣΒΛΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Παρακαλούμε επίσης τα σχόλιά σας να είναι σχετικά με την ανάρτηση.

ΣΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ.

______________________________________ Αρχειοθήκη αναρτήσεων ιστολογίου