Η μάνα μου, όπως και οι άλλες γυναίκες του χωριού μας, όταν αγανακτούσε φασκέλωνε. Το πρόσωπό της παραμορφωνόταν από την οργή και τίναζε με δύναμη το χέρι της. Το κρατούσε άκαμπτο και με πάθος τέντωνε τα δάκτυλα της παλάμης προς εκείνον που φασκέλωνε: “βρε να!” έβγαινε από μέσα της κάτι σαν πνιχτή κραυγή και σαν στεναγμός ανακούφισης. Κι ήταν σαν να ξαπολούσε κεραυνούς για να τον κάψουν τον εχθρό της. Δεν ήθελε ή δεν μπορούσε την σωματική επαφή, να δώσει σκαμπίλι ας πούμε, και κατέφευγε σε αυτή την κίνηση. Το έκανε και σε εμένα όταν, αφού είχα κάνει την ζημιά έτρεχα, μακριά της κι εκείνη, αφού δεν μπορούσε να με κτυπήσει, μου έστελνε τον θυμό της με φάσκελα κι ας φώναζε η γιαγιά πως δεν κάνει να φασκελώνει το παιδί της.
Αυτή η χειρονομία, η μοναδικά ελληνική, είναι η καλύτερη έκφραση της αγανάκτησης και η κίνηση των ανθρώπων στην φωτογραφία από τους “αγανακτισμένους” της πλατείας Συντάγματος στην Αθήνα, έχει κάτι από την συμπεριφορά της μάνας μου. Φασκελώνουν όμως το Κοινοβούλιο-“παιδί” των δημοκρατικών αγώνων των πολιτών, αλλά δεν μουτζώνουν τον θεσμό “κοινοβούλιο”. Με την κίνησή τους αυτή, εν χορώ, δηλώνουν ότι οι πολιτικοί που λειτουργούν εκεί μέσα δεν είναι άξιοι της τιμής τους. Δεν συμπεριφέρονται οι βουλευτές ως εκπρόσωποι των πολιτών αλλά ως ιδιοκτήτες μιας εξουσίας (νομοθετικής) που την ασκούν με πολύ ατομικό, σχεδόν ιδιοτελή τρόπο.
Προφανώς, η Δημοκρατία μας δεν είναι στα καλύτερα της αλλά δεν είναι σοφό μαζί με τα ξερά της να κάψουμε και τα χλωρά και καλά τη κι αυτή η ισοπέδωση είναι που ενοχλεί και με ανησυχεί. Το πως θα γίνει το ξεσκαρτάρισμα είναι άλλο θέμα.
Η λέξη “αγανακτισμένος” ως γραμματικός τύπος, είναι μετοχή του ρήματος “αγανακτώ” που θα πει οργίζομαι, εκνευρίζομαι, αδημονώ, δεινοπαθώ και ξεσπώ. Νομίζω ότι η διαφορά του “αγανακτώ” από το “”θυμώνω” ή το ¨οργίζομαι” είναι αυτή η πράξη του ξεσπάσματος που σε άλλους εκδηλώνεται με την λέξη “νισάφι” ή “φτάνει πια!”.
Για μερικούς θεωρείται λέξη αβέβαιης ετυμολογίας. Για άλλους, η λέξη έχει πρώτο συνθετικό το επίρρημα “άγαν” που σημαίνει “πάρα πολύ” από όπου και η φράση που αποδίδεται στον σοφό Χείλωνα, ή στον Σόλωνα, “Μηδέν άγαν”, που σημαίνει "ποτέ μην υπερβάλλεις". Δηλαδή με την δεύτερη ερμηνεία η λέξη “αγανακτώ” σημαίνει ότι είμαι θυμωμένος στον υπερθετικό βαθμό, δεν πάει άλλο.
Όπως και να 'ναι, το βέβαιο είναι ότι η αγανάκτηση είναι μέρος της σημερινής ψυχολογίας του νεοέλληνα κι εκφράζεται με την συγκέντρωση των πολιτών στις πλατείες των πόλεων.
Θυμώνουμε πάρα πολύ, οργιζόμαστε όταν συμβαίνει κάτι που όχι μόνον είναι κατάφωρα αντίθετο με τις αξίες μας, αλλά και μας επιβάλλεται με ωμό ή προκλητικό τρόπο.
Μπορεί το κακό να γίνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα και όμως είναι δυνατό να καταπνίγουμε τον θυμό μας και με καρτερία να τον υπομένουμε, διότι η επιβίωση μας υπαγορεύει την “λογική” αντιμετώπιση, την ψυχραιμία και την υπομονή. Επειδή κρίνουμε ότι ο συσχετισμός των δυνάμεων δεν μας ευνοεί, καταπίνουμε την προσβολή και συνεχίζουμε την ζωή μας.
Όταν όμως, ο θυμός και η οργή δεν αντέχονται, γεμίζουν τον ψυχισμό μας και ξεχειλίζουν, τότε αγανακτούμε, δηλαδή ξεσπάμε κι ανοικτά δηλώνουμε την αντίθεσή μας.
Η αφορμή μπορεί να είναι οτιδήποτε. Μπορεί να είναι μια εικόνα, μια είδηση που αφορά άλλους αλλά καθώς την σκεφτόμαστε νοερά παίρνουμε το μέρος του θύματος και ξεσπάμε. Μπορεί να είναι και μια κατάσταση που την βιώνουμε για καιρό αλλά κάποια στιγμή τσαντιζόμαστε με τον θύτη και με τον εαυτό μας που δεν κάναμε κάτι που θα μπορούσε να αποτρέψει το κακό και ξεσπάμε επίσης.
Η αγανάκτηση δηλαδή είναι το ξέσπασμα. Μερικές φορές η αγανάκτηση πάει μαζί με την απελπισία καθώς διαπιστώνουμε ότι τα περιθώρια υπομονής μας ή του διαθέσιμου χρόνου μειώνονται δραματικά.
Οι Έλληνες πολίτες σήμερα είναι αγανακτισμένοι από την διαχείριση των δημόσιων πραγμάτων, κυρίως των οικονομικών, κι έτσι μαζεύονται στις πλατείες και φωνάζουν συνθήματα εναντίον όλων, κυρίως όμως των κυβερνώντων. Εκφράζουν με έντονο τρόπο ακόμα και με ασχήμιες (φασκέλωμα του Κοινοβουλίου) την βεβαιότητα τους ότι το πολιτικό σύστημα έτσι όπως τους παρουσιάζεται, θεσμοί και πρόσωπα, δεν λειτουργεί κι αντί να λύνει προβλήματα, δημιουργεί άλλα.
Νομίζω ότι δύο είναι τα σημεία που κάνουν τους πολίτες να αγανακτούν:
- το πλήγμα στην εθνική αξιοπρέπεια, το ότι δηλαδή γίναμε ρεντίκολο στον κόσμο ως ανίκανοι να ξεπληρώσουμε τα χρέη μας χωρίς να ξέρουμε ακριβώς τι λογής χρέη είναι αυτά. Αισθανόμαστε ότι αυτοί που τους είχαμε εμπιστευτεί την κρατική διαχείριση μας κορόιδεψαν κι εκεί που μας μιλούσαν για καλύτερες ημέρες και φωτεινό μέλλον μας λένε τώρα ότι δεν ήταν έτσι, ότι τα πράγματα είναι άσχημα κι επειδή είναι δύσκολος ο επιμερισμός και ο καταλογισμός των ευθυνών, τελικά κανείς δεν φταίει. Μερικοί μάλιστα προσπάθησαν να μας κάνουν συνυπεύθυνους, ε, κι αυτό μας εξόργισε. Σαν τον άντρα που εμπιστεύτηκε για καιρό την νεαρή σύζυγό του και έφυγε σε επαγγελματικό ταξίδι. Κι όταν γύρισε λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, την βρίσκει μια μέρα με τον εραστή της στο συζυγικό τους κρεβάτι κι εκείνη αντί να εξαφανιστεί μέσα στην ντροπή της, αφού του πει το γνωστό “δεν είναι αυτό που νομίζεις” στο τέλος του λέει και το “εσύ φταις που με παραμέλησες”.
- Η διαπίστωση ότι οι περικοπές μισθών και συντάξεων και η επιβολή φόρων και φόρων πάνω στους φόρους, δεν λύνουν το πρόβλημα και κυρίως δεν δημιουργούν προϋποθέσεις ανάπτυξης. Κι όλοι οι πολιτικοί ανεξαιρέτως, όταν ψάχνουμε για απαντήσεις και λύσεις, μας λένε “έχουμε καταθέσει αναλυτικές και συγκεκριμένες προτάσεις μας” και μας κάνουν να αισθανόμαστε βλάκες που εμείς ούτε συγκεκριμένες τις βλέπουμε ούτε και καταλαβαίνουμε τι διάολο προτείνουν.
Τα τελευταία χρόνια οι πολίτες ξέμειναν από σημεία αναφοράς. Οι μεγάλες ουτοπίες και τα οράματα απομυθοποιήθηκαν και μίκρυναν και μαζί τους μίκρυνε και το κουράγιο των ανθρώπων. Οι πολίτες αισθάνονται ότι δεν υπάρχει κανείς –τουλάχιστον από τους σημερινούς πολιτικούς σχηματισμούς και πρόσωπα- που να μπορούν να τον εμπιστευτούν. Θεωρούν πως όλοι και όλα, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, τους έχουν προδώσει.
Είναι απογοητευμένοι από την εικόνα που παρουσιάζει η δημόσια διοίκηση σε όλα τα κλιμάκια από την κυβέρνηση ως τους δήμους, η αντιπολίτευση, τα κόμματα. Σαν την Κίρκη, ένα πράμα αυτή η εξουσία, μετατρέπει σε παχύδερμα όσους έρχονται σε επαφή μαζί της και όπως όλα τα γουρούνια έχουν την ίδια μούρη έτσι κι εκείνοι αποκτούν παρόμοια κοινά χαρακτηριστικά.
Οι Αγανακτισμένοι είναι ένα φαινόμενο πρωτίστως επικοινωνιακό. Η σχετική σελίδα στο Φέισμπουκ, έχει ξεπεράσει τα 90.000 μέλη.
Χθες, 29 Μαΐου, οι Αγανακτισμένοι δήλωσαν ότι δεν είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για την οικονομική κρίση στις πλατείες σε Αθήνα, Παρίσι, Λονδίνο, Κοπεγχάγη, Στοκχόλμη, Σόφια, Βερολίνο, Βελιγράδι, Άμστερνταμ, Όσλο, Εδιμβούργο, Ελσίνκι, Βρυξέλλες, Βιέννη, Δουβλίνο, Ρώμη, Ρέικιαβικ, Στρασβούργο, Δρέσδη, Μπολόνια, Σεβίλλη, Λεμεσό, Θεσσαλονίκη.
Η σελίδα τους αναφέρει: «Ζητάμε πραγματική Δημοκρατία τώρα. Δεν είμαστε εμπορεύματα στα χέρια πολιτικών και τραπεζιτών. Κατηγορούμε τις οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις για την άσχημη κατάστασή μας και απαιτούμε την απαραίτητη αλλαγή πορείας. Λαοί της Ευρώπης ξυπνήστε. Ας φτιάξουμε μια καλύτερη ζωή, ας μιλήσουμε, ας συναντηθούμε, ας αλλάξουμε τα πάντα».
Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με τα λόγια αυτά αλλά αυτό είναι επιθυμία, είναι ευχή είναι επιδίωξη. Δεν είναι πολιτικός στόχος. Διότι ακόμα και να “ξυπνήσουν” οι λαοί της Ευρώπης, δεν είναι βέβαιο ότι έχουν την ίδια άποψη για το πως πρέπει να ασκείται η πολιτική εξουσία και η διοίκηση στις χώρες τους και στην Ευρώπη.
Σήμερα είναι προφανές ότι η επίσημη κυβέρνηση της χώρας μας, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί, οι άλλες πολιτικές δυνάμεις δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη πως μπορούν, οπότε στις αποφάσεις της κυβέρνησης με τις οποίες το κόστος (κι όχι μόνο το οικονομικό) της όλης κατάστασης μεταφέρεται στους πολίτες, οι πολίτες αντιδρούν με οργή που έχει γίνει αγανάκτηση.
Πολλές φορές οι άνθρωποι ταυτίζουν το φαινόμενο με την ουσία του, το σύμπτωμα με την ασθένεια. Το “πονάει κεφάλι κόβει κεφάλι” είναι η αντίδραση σε μια τέτοια προσέγγιση. Όταν η τηλεόραση δείχνει σκουπίδια σπάω την τηλεόραση. Όταν το σχολείο δεν μου αρέσει, καίω και καταστρέφω το σχολείο και πάει λέγοντας. Όλα τούτα είναι εκφράσεις αδυναμίας και όχι δύναμης.
Η αγανάκτηση μπορεί να αποτελέσει την "μαγιά" για πολιτική δράση εφόσον οι αγανακτισμένοι μπορέσουν να συμφωνήσουν στο περιεχόμενο και στην μορφή της δράσης τους. Σήμερα κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η εικόνα στις πλατείες είναι ένα πολιτικό φαινόμενο καθόσον έχει ως αντικείμενο την σχέση των πολιτών με το πολιτικό σύστημα, αλλά στερείται ουσιαστικού πολιτικού περιεχομένου. Ο συντονισμός των συγκεντρωμένων και η στοιχειώδης οργάνωση τους με ομάδες καθαριότητας, πρώτων ιατρικών βοηθειών, κλπ., είναι δείγματα εθελοντικής πρωτοβουλίας αλλά δεν εγγυώνται την εξέλιξή του πλήθους σε δύναμη επιβολής ενός άλλου πολιτικού πολιτισμού.
Είναι οπωσδήποτε θετικό, κατά την γνώμη ενός ανθρώπου που απεχθάνεται την εξουσία και την θεωρεί άκρως επικίνδυνη ακόμα κι όταν είναι τεχνικώς απαραίτητη, το ότι στο πλήθος των σημερινών αγανακτισμένων, φαίνεται να ξεπερνιούνται κομματικές και άλλες διαφορές, αλλά ακόμα η πολιτική ως ουσία και ως διάλογος είναι απέξω.
Συχνά όμως, σε τέτοιες περιπτώσεις, μετά τις πρώτες γιορταστικές και χαρούμενες εκδηλώσεις, αναπτύσσεται ένας μαζικός μηδενισμός που είτε εξωτερικεύεται με την μορφή γεγονότων όπως εκείνα του Δεκέμβρη 2008 είτε εσωτερικεύεται ως υποταγή και κατάθλιψη των πολιτών.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, στην Αγγλία, δημιουργήθηκε το γνωστό κίνημα των Λουδιστών. Οι μικροί παραγωγοί που έχαναν τις δουλειές τους και την επαγγελματική τους ανεξαρτησία και γίνονταν εργάτες σε μεγάλα εργοστάσια, όταν αγανακτούσαν από τις συνθήκες εργασίας κατέστρεφαν τις μηχανές.
Οι αγανακτισμένοι φοιτητές της Τσαρικής Ρωσίας προέβαιναν σε τρομοκρατικές κινήσεις αλλά δεν ήταν εκείνοι που ανέτρεψαν το πολιτικό σύστημα της εποχής τους.
Σε πιο σύγχρονες καταστάσεις, στον Μάη του 1968 στο Παρίσι, οι κάτοικοι βγήκαν για μέρες στους δρόμους διεκδικώντας με σχεδόν ποιητική έπαρση το αδύνατο, την εξουσία της φαντασίας και την ανατροπή των πάντων αλλά τελικά όλα εκτονώθηκαν και όλοι γύρισαν στα μαντριά τους.
Οι αγανακτισμένοι των πλατειών δεν μπορούν να κάνουν τίποτα παραπάνω από το να βρίσουν τους πολιτικούς και να φασκελώνουν το Κοινοβούλιο. Είναι ερώτημα όμως αν και πώς η δυναμική που αναπτύσσεται στις πλατείες, αντί να εκτονωθεί να μετασχηματιστεί σε ενέργεια-τροφοδότη πολιτικής δραστηριότητας σε άλλους χώρους.
Διότι αν αυτό γίνει, τότε θα μιλήσουμε για ανατροπή του πολιτικού σκηνικού.
Όταν δηλαδή, οι “αγανακτισμένοι”, τροφοδοτήσουν με τον δυναμισμό τους τους πολίτες και αυτοί στην συνέχεια τολμήσουν να προβούν σε πρακτικές κινήσεις στις κοινωνίες που ζουν κι εργάζονται (δήμοι, εργασιακά σωματεία, σύλλογοι) για να εκφράσουν όχι μόνο την αγανάκτησή τους αλλά την θέληση τους να συμμετάσχουν εμπράκτως στην δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας, με άλλα ήθη κι άλλο τρόπο άσκησης κι ελέγχου της εξουσίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε γράφετε τα σχόλια σας με ελληνικούς χαρακτήρες (κεφαλαία ή μικρά). Επίσης παρακαλούμε πολύ να μην γράφετε υβριστικά σχόλια. Πάντα υπάρχει τρόπος να περιγράψετε μία κακή κατάσταση χωρίς ύβρεις.
Σχόλια με λατινικούς ή άλλους χαρακτήρες, όπως επίσης σχόλια υβριστικά και συκοφαντικά στο εξής θα διαγράφονται.
Παρακαλούμε λοιπόν τους φίλους αναγνώστες:
ΟΧΙ SPAM,
ΟΧΙ GREEKLISH,
ΟΧΙ ΠΡΟΣΒΛΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ
Παρακαλούμε επίσης τα σχόλιά σας να είναι σχετικά με την ανάρτηση.
ΣΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΑΡΘΡΑ, ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ.